αριστοτέχνημα

αριστοτέχνημα
το шедевр, образцовое, выдающееся произведение

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "αριστοτέχνημα" в других словарях:

  • αριστοτέχνημα — το, ατος άριστο τεχνικό ή καλλιτεχνικό έργο: Το γλυπτό αυτό έργο είναι αληθινό αριστοτέχνημα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αριστοτέχνημα — το 1. άριστο έργο τέχνης, το αριστούργημα 2. (κατ επέκτ.) κάθε έργο που διακρίνεται από έξοχη επιτυχία. [ΕΤΥΜΟΛ. < άριστος + τέχνημα < τεχνώ «κατασκευάζω κάτι με τέχνη» (πρβλ. καλλιτέχνημα, κομψοτέχνημα κ.ά.). Η λ. μαρτυρείται στον… …   Dictionary of Greek

  • αριστούργημα — το (Μ ἀριστούργημα) [αριστουργώ] το αριστοτέχνημα, το υπέροχο έργο νεοελλ. 1. (κατ επέκταση) χαρακτηρισμός κάθε έξοχου πράγματος 2. (με το άρθρο) το άριστο από τα έργα κάποιου 3. (ως επιφώνημα, εκδηλώνει θαυμασμό) υπέροχα, έξοχα …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»